ΓΛΥΠΤΟ

Γυναικείος εικονιστικός ανδριάντας Γ69

  Μουσείο / Τόπος Φύλαξης: Πάτρα, Αρχαιολογικό Μουσείο.
  Αρ. Ευρ.: 129
  Υλικό: Λευκό λεπτόκοκκο μάρμαρο (πεντελικό;).
  Διαστάσεις: Ύψ. 1,64μ.
  Τόπος εύρεσης:

Τον Ιούλιο του 1943 στη συμβολή των οδών Γεροκωστοπούλου και Κανακάρη στο κέντρο της Πάτρας (Kruse 1975, 377). Ο τόπος εύρεσης βρίσκεται εντός του βόρειου νεκροταφείου της αρχαίας Πάτρας (βλ. I. Dekoulakou, «Monumenti delle necropolis di Patrasso durante il dominio romano», στο Patrasso colonia di Augusto e le trasformazioni culturali, politiche ed economiche della Provincia di Acaia agli inizi dell'età imperiale romana: atti del Convegno internazionale, Patrasso 23 - 24 marzo 2006, Atene 2009, 182-183· βλ. και Γ67-Γ68), αναγνωρίζοντας τον ανδριάντα ως επιτύμβιο.

  Αρχικός Τόπος Τοποθέτησης: Πιθανότατα τμήμα του γλυπτού διακόσμου κάποιου ταφικού μνημείου-μαυσωλείου.
  Χρονολόγηση: Γύρω στο 100 μ.Χ.
  Αγαλματικός Τύπος: «Κόρη/Περσεφόνη» του τύπου «Εφέσου».
  Τάση Απεικόνισης Κεφαλής: -
  Δημόσια Παρουσία (ιδιότητα): Άγνωστη.
  Ενεπίγραφο Βάθρο: Όχι.
  Συγγραφέας: Παναγιώτης Κωνσταντινίδης
  Ημ. Δημιουργίας: 2024-09-12
  Τελ. Ενημέρωση:

Περιγραφή - Σχόλια:

Ο ανδριάντας σώζεται σε καλή κατάσταση διατήρησης. Λείπουν τα χέρια, το δεξί από το ύψος του ώμου, το λυγισμένο στον αγκώνα αριστερό από το μέσο του πήχη (βαθιά κοιλότητα ένθεσης με μικρότερο εσωτερικό κυκλικό τόρμο για μεταλλικό σύνδεσμο σώζεται στην επιφάνεια του μαρμάρου), και η ένθετη κεφαλή. Θραυσμένο είναι επίσης το αριστερό τμήμα της πλίνθου. Μικρότερες θραύσεις και απολεπίσεις παρατηρούνται κατά τόπους στην επιφάνεια του μαρμάρου, ιδίως κατά μήκος των ακμών των πτυχών των ενδυμάτων. Η όρθια, μετωπική μορφή φορά μακρύ, ποδήρη χιτώνα, ιμάτιο που καλύπτει σχεδόν το σύνολο του στήθους και τον αριστερό ώμο, και κλειστά δερμάτινα υποδήματα (calcei muliebres). Το δεξί τμήμα του στήθους αφήνεται ακάλυπτο, ενώ επιμήκης σιγμοειδής μάζα πτυχώσεων του ιματίου φέρεται διαγώνια στο στήθος από τη δεξιά μασχάλη έως στον αριστερό ώμο, όπου ξεδιπλώνεται εν μέρει. Στο αριστερό τμήμα του σώματος, στο ύψος της μέσης, δημιουργείται η χαρακτηριστική για τον αγαλματικό τύπο κυκλική μάζα πτυχώσεων, που συγκρατείται από τον αγκώνα. Το βάρος του σώματος πέφτει στο αριστερό σκέλος, ενώ το δεξί, λυγισμένο, φέρεται πλάγια και ελαφρώς προς τα πίσω. Αναπαράγεται πιστά ο αγαλματικός τύπος της λεγόμενης «Κόρης/Περσεφόνης» του τύπου «Εφέσου». Στιλιστικά η απόδοση της πτυχολογίας των ενδυμάτων βρίσκεται κοντά σε έργα του τέλους του 1ου αι. μ.Χ. και των αρχών του 2ου αι. μ.Χ., όπως τον εικονιστικό ανδριάντα της Αντωνίας Κλεοδίκης από το Ηραίο της Ολυμπίας (Γ105) της περιόδου του Τραϊανού, καθώς εκείνον από τα Μέγαρα (Γ63) που πρέπει να χρονολογηθεί στην ίδια περίοδο (γύρω στο 100 μ.Χ.). Με βάση τον τόπο εύρεσης, το βόρειο νεκροταφείο της Πάτρας, η μορφή θα πρέπει να αποτελούσε τμήμα του γλυπτού διακόσμου ενός ταφικού κτηρίου-μαυσωλείου, ανάλογο με αυτό που έχει ανασκαφεί στο οικόπεδο της οδού Ερμού αρ. 80-82 στο ίδιο νεκροταφείο, το οποίο έφερε ολόσωμους εικονιστικούς ανδριάντες (βλ. Γ67· επίσης Γ68).

Βιβλιογραφία:

H. Kruse, Römische weibliche Gewandstatuen des zweiten jahrhunderts n.Chr., Göttingen 1975, 184, 377-378, αρ. κατ. D 95, πίν. 68 (αντωνίνεια περίοδος, γύρω στο 150 μ.Χ.)· S. Schmidt, «Uber den Umgang mit Vorbildern. Bildhauerarbeit im 4. Jahrhundert v. Chr.», AM 111 (1996), 192, σημ. 2 αρ. 10· Λ. Κολώνας, Μ. Σταυροπούλου-Γάτση, Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πατρών, Αθήνα 2017, 50 (η προέλευση συγχέεται με εκείνη του ανδριάντα στον τύπο της «Μεγάλης Ηρακλειώτισσας» από τη ρωμαϊκή έπαυλη στην περιοχή «Βουδ»· β´ μισό του 2ου αι. μ.Χ.).