
Από K. Fittschen, Privatporträts mit Repliken. Zur Sozialgeschichte römischer Bildnisse der mittleren Kaiserzeit, Wiesbaden 2021, πίν. 119.5.
![]() |
Μεσσήνη, Αρχαιολογικό Μουσείο. |
![]() |
16381 |
![]() |
Λευκό λεπτόκοκκο πεντελικό μάρμαρο. |
![]() |
Ύψ. 0,262μ. |
![]() |
Το 2008 στην εξωτερική επίχωση μεταξύ ομάδας πρωτοβυζαντινών τάφων και του ανατολικού αναλήμματος του κοίλου του θεάτρου της Μεσσήνης (για το θέατρο βλ. συνοπτικά Π. Θέμελης, Τα θέατρα της Μεσσήνης [Αρχαία θέατρα 4], Αθήνα 2010, 19-39· Π. Θεμελης, Αρχαία Μεσσήνη, Ιστορία - Άνθρωποι – Μνημεία, Αθήνα 2010, 92-114· Μ. Γκεϊβανίδου, Εικονιστικοί ανδριάντες στα θέατρα των ρωμαϊκών ανατολικών επαρχιών, Θεσσαλονίκη 2021, 170-173). |
![]() |
Πιθανότατα στο σκηνικό οικοδόμημα του θεάτρου. |
![]() |
138-160 μ.Χ. (πιθανότατα γύρω στο 160 μ.Χ.). |
![]() |
- |
![]() |
H κόμμωση ακολουθεί έναν συγκεκριμένο ξεχωριστό εικονογραφικό τύπο, που με τη σειρά του εξαρτάται ευρύτερα από σύγχρονα αυτοκρατορικά εικονογραφικά πρότυπα («ModeFrisur»)· το πρόσωπο δεν σώζεται. |
![]() |
Άγνωστη (με βάση την πειστική πρόταση του K. Fittschen, πιθανότατα μέλος της επιφανούς οικογένειας των Σαιθιδών της Μεσσήνης). |
![]() |
Όχι. |
![]() |
Παναγιώτης Κωνσταντινίδης |
![]() |
2024-09-15 |
![]() |








Περιγραφή - Σχόλια:
Σώζεται η κεφαλή με μικρό τμήμα του λαιμού. Θραυσμένο είναι το πρόσωπο, εκτός από τα μάτια, και εν μέρει τα φρύδια. Μικρότερες θραύσεις και απολεπίσεις παρατηρούνται κατά τόπους στην επιφάνεια του μαρμάρου, ιδίως στο μέτωπο και στην κόμη. Εικονίζεται γυναίκα που στρέφεται ελαφρώς προς τα αριστερά. Τα μάτια, αμυγδαλόσχημα, με λεπτά βλέφαρα, το δεξί φρύδι λεπτό, καταλήγει σε οξεία ακμή. Η ίριδα και η κόρη δηλώνονται εγχάρακτα (η κόρη έχει σχήμα πέλτης). Δηλωμένη είναι και η δακρυική θηλή. Η κόμμωση αποτελείται από τρεις επάλληλες ζώνες καμπύλων βοστρύχων που σχηματίζουν γλωσσοειδές μοτίβο (πιο «στενό» στην τρίτη ζώνη) και χωρίζονται μεταξύ τους με λεπτούς στρεπτούς πλοκάμους μαλλιών, εμφανείς κατά μήκος όλης της επιφάνειας του μαρμάρου. Το άνω μέρος των αυτιών καλύπτεται από τη μάζα της κόμης, ενώ ένας κυκλοτερής βόστρυχος αφήνεται ελεύθερος στην επιφάνεια των κροτάφων. Η υφή των επιμέρους τριχών στην επιφάνεια τόσο των τελευταίων, όσο και των τριών ζωνών γλωσσοειδών βοστρύχων αποδίδεται με επιμέλεια με το ποντίλι. Οι τρεις ζώνες γλωσσοειδών βοστρύχων ενώνονται στο πίσω μέρος της κεφαλής σε πλεξίδες που ανεβαίνουν απότομα κάθετα στην κορυφή του κρανίου, όπου σχηματίζουν πλατύ κότσο, αποτελούμενο από πέντε επάλληλες κοτσίδες (θραυσμένος στο άνω μέρος). Η υφή των βοστρύχων στην επιφάνειά τους δηλώνεται με εγχάρακτα τρίγωνα. Με βάση τα παραπάνω, γίνεται σαφές ότι η κόμμωση (ψηλά τοποθετημένος κότσος, σειρά γλωσσοειδών βοστρύχων με λεπτή κοτσίδα, κυκλοτερείς βόστρυχοι στους κροτάφους) ακολουθεί ευρύτερα πρότυπα της επίσημης εικονογραφίας της Φαυστίνας της πρεσβύτερης (πρβλ. τον εικονογραφικό τύπο της «Δρέσδης 384», που θεωρείται μεταθανάτιος και χρονολογείται συνήθως επί Αντωνίνου Ευσεβούς, 160-161 μ.Χ. – για τον τύπο βλ. K. Fittschen, P. Zanker, Katalog der römischen Porträts in den Capitolinischen Museen und den anderen kommunalen Sammlungen der Stadt Rom IΙΙ, Mainz am Rhein 1983, 17 αρ. κατ. 17, πίν. 21-22 [K. Fittschen]· Χιώτη 2012, 55, 57 με βιβλιογραφία), όμως πολλαπλασιάζοντάς τα, δημιουργώντας ένα νέο σύνολο. Η ύπαρξη ενός ακόμα σχεδόν πανομοιότυπου αντιγράφου της κόμμωσης σε έναν εικονιστικό ανδριάντα στην Ιταλία, στις θέρμες του Suio (Aquae Vescinae) βορειοανατολικά της πόλης Minturnae και βορειοδυτικά της Sessa Aurunca (Fittschen 2021, 183-184, αρ. 109a, πίν. 118.4, 119.1-3, 7), υποδεικνύει ότι το νέο αυτό σύνολο αποτελεί έναν ξεχωριστό εικονογραφικό τύπο, που δημιουργήθηκε κατά την πρώιμη αντωνίνεια περίοδο (χρονολογείται την περίοδο 140-150 μ.Χ. από τον K. Fittschen), για μία σημαντική προσωπικότητα, που είχε παρουσία τόσο στην Ιταλία, όσο και στη Μεσσήνη. Με βάση τον τόπο εύρεσης των δύο αντιγράφων του τύπου και την πειστική επιχειρηματολογία του Κ. Fittschen (2021, 183-185, αρ. 109, πίν. 118-119 [τύπος «Terme di Suio/Messene»]), στην κεφαλή θα πρέπει πιθανότατα να αναγνωρίσουμε ένα γυναικείο μέλος της επιφανούς τοπικής οικογένειας των Σαιθιδών, μέλη της οποίας αφενός διατέλεσαν συγκλητικοί και είχαν ευρύτερα σχέσεις με την Ιταλία, όπου κατείχαν και περιουσία, αφετέρου χρηματοδότησαν την κατασκευή της σκηνής του θεάτρου, όπου βρέθηκαν και ενεπίγραφες βάσεις εικονιστικών ανδριάντων μελών της οικογένειας (βλ. Γ122). Ειδικότερα, ίσως το μέλος αυτό του οίκου των Σαιθιδών να είναι η μητέρα του χρηματοδότη της σκηνής του θεάτρου, Τιβερίου Κλαυδίου Σαιθίδα Καιλιανού (ΙΙ) (A.D. Rizakis, S. Zoumbaki, Cl. Lepenioti, Roman Peloponnese II. Roman Personal Names in Their Social Context, Athens 2004, αρ. MES 157), και σύζυγος του πρώτου Μεσσήνιου συγκλητικού και πατέρα του ευεργέτη, Τιβέριου Κλαυδίου Φροντείνου Ι (Rizakis κ.ά. 2004, αρ. MES 142), της οποίας το όνομα δεν γνωρίζουμε. Εάν αυτό είναι ορθό, τότε το έργο θα πρέπει να χρονολογηθεί γύρω στη δεκαετία του 160 μ.Χ., όταν αφενός ο ευεργέτης δραστηριοποιείται στο θέατρο της Μεσσήνης (163-169 μ.Χ. – βλ. Π. Θέμελης, «Ανασκαφή Μεσσήνης», ΠΑΕ 2010, 56, 58· βλ. και Γ122), αλλά και όπου αφετέρου χρονολογείται συνήθως και ο εικονογραφικός τύπος της «Δρέσδης 384».
Βιβλιογραφία:
Β.Χ. Πετράκος, «Μεσσήνη», Έργον 55 (2008), 51-52, εικ. 54· Π. Θέμελης, «Ανασκαφή Μεσσήνης, ΠΑΕ 163 (2008), 37, πίν. 32α-δ (Φαυστίνα η νεότερη – η κεφαλή προέρχεται από μεταρρύθμιση ανδρικής κεφαλής της εποχής των Ιουλίων-Κλαυδίων, ίσως του Νέρωνα)· Ε. Χιώτη, Αυτοκρατορικά και ιδιωτικά πορτρέτα της εποχής των Αντωνίνων στην Ελλάδα (διδ. διατριβή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Θεσσαλονίκη 2012, 141, 142-143, 334, αρ. κατ. 170, πίν. 136γ-δ (138-150 μ.Χ.)· Μ. Γκεϊβανίδου, Εικονιστικοί ανδριάντες στα θέατρα των ρωμαϊκών ανατολικών επαρχιών, Θεσσαλονίκη 2021, 54, 170, αρ. κατ. 64, πίν. 8.3· K. Fittschen, Privatporträts mit Repliken. Zur Sozialgeschichte römischer Bildnisse der mittleren Kaiserzeit, Wiesbaden 2021, 184, αρ. 109b, πίν. 119.4-6, 8 (160 μ.Χ.).